dinsdag 15 mei 2012

ΆΓΓΕΛΟΙ






 1-ΆΓΓΕΛΟΙ

Οι δαίμονες εκβιαστές παράτησαν
τις σκοτεινές  κουρτίνες, κάτω  απ’ τα πόδια τους
εξαφανίστηκαν,
χάθηκαν στο  μακρινό… τους εαυτό. Ο ουρανός φωτίστηκε
οι άγγελοι ξεθόλωσαν το βαθύ σκοτάδι στο διάστημα,
λιβάνισαν τις ψυχές, τις πεθαμένες, τις ξεχασμένες.
Οι ατσάλινες φτέρνες των αχαλίνωτων αλόγων
 μαλακώνουν με τ’ άγριο, δεν ξέχασαν,…
Τ’ ανάθεμα, σκορπισμένο σε στρώματα ειρηνικά εζήτησαν.
Μακριά πολύ μακριά βρισκόταν κρατήρας
τα ίχνη χάνονταν πέρα απ’ τα μπερδέματα

2-ΟΚΤΩΒΡΗΣ

Χιλιάδες φύλλα σκοτωμένα  αγγίζουν το πεζοδρόμιο,
η αεροτρελαμάρα τα  στρώνει  πιο πέρα,
του καιρού η λησμονιά στην πόλη κοντά
 περιμένει, ν’ αρπάζει πιο πολλά απλώνει τη χέρα.
Η αμαρτία δεν τελειώνει εδώ, είναι στ’ αρχίνημα
 τα τελευταία πουλιά, απ’ τη φωλιά τα διώχνει,
κι όταν η αυγή ρίχνει τις πρώτες αχτίνες
δάκρυα, βάσανα, ορφανά στην άσφαλτο τα στρώνει.
Ο πλανόδιος αέρας ορμάει κάτω στη λίμνη,
Ίχνη ενθυμήσεων  ξύνει με νύχια γαμψά.
Το αύριο σαρώνει  τη σκούπα στο χέρι
τα βραχνά που μας έλαχε από ύποπτα μέρη.

3.ΜΟΥΣΑ ΜΟΥ

Μούσα μου!
Τι ομορφιές κρύβεις μέσα στο  σούρουπο;
Τι όνειρα ξανάζησες πέρα στο ξέφωτο;
Τι τραγούδια τραγούδησες στα γκρεμισμένα βάραθρα;
Τι ακτίνες ζητάς σαν αρχίζει το βράβιασμα;
Μούσα μου!
Στέκομαι στην κορυφή στα κατσάβραχα τα σιωπηλά,
την σιωπή αναταράζω που στους αιώνες δεν είχε μιλιά.
Παντού βλέπω τη Δύση γερασμένη,
και πανταχου δε λείπει η χαραυγή αναζωογονημένη.
Μούσα μου!
Τα χρόνια και τα γκρίζα μαλλιά, σαν τούφες σκληρές,
 ασπρίζουν κάτω από κρυμμένες καταχνιές.
Η λαξεμένη ψυχή από την ξερακιανή πένα,
Τρέμει, ξεσχίζεται πέρα στα βάθη της ψυχής.
Μούσα μου!
Μήπως ήρθες σαν κατάρα μες στις φλέβες,
Ή είναι παιχνίδι που παίζεται μ’αντράλα;!
Βλέπω της κοπελιάς τα μάτια μέσα σου κρυμμένα
και τ’αλλαγμένο δάκρυ σε σμαράγδι.
Μούσα μου!
Σαν άγιο πνεύμα ωθείς στη λησμονιά,
 γιατί ποιητές ξημερώσαμε στην πρωινή φεγγοβολιά.
Με άμυαλα βήματα η μέρα τελειώνει,
Στα οράματα μας η ζωή  μας θερμαίνει.

4. ΣΤΗΝ ΚΟΡΘΦΗ ΤΟΥ ΛΕΥΚΟΥ ΒΡΑΧΟΥ

Στην κορυφή του άγριου βράχου, του φηλού,
ο φόβος μας τρομάζει.
Μέσα στο σκοτάδι που ξεσπάει
κύματα χιονιά,  η θύελλα βουίζει.
          Μια πένθιμη κραυγή ξεσχίζει τη σιωπή,
Κλαίει την παρατημένη τύχη από καιρό,
 με μάτια κουρασμένα, καθηλωμένα,
στο απέραντο σκοτάδι  που έχουμε μπροστά μας.
Αντηχει μακρυνό ουρλιαχτό σε πόνους πνιγμένο
και δάκρυα.
Κουρασμένο, νικημένο, γερασμένο
λίγη γαλήνη για τιν ψυχή ζητάει.
Στ’όνειρο έρχεται η φώνή των συντρόφων,
να το τραντάζει απ ‘τον ύπνο των αιώνιο.
Ο  πρώτος να πάει στη φουρτούνα,
να συνγκρουστεί και να γυρίσει νικητής.
Στην κορυφή του λευκού βράχου ν’ανέβει,
το τρομερό ουρλιαχτόν’αρχίσει,
Όλα τα σύννερα ν’αποροφήσει.


 5. ΦΩΤΟΣΚΙΑΣΗ

Η Δύση χάνεται μακριά  άπειρος χώρας.
Σιγά -σιγά η νύχτα πέφτει σύνορα δεν έχει,
 μα κι οι κοπελιές
στα ασπρόρουχα, στο κρεβάτι πέφτει
 ποια ονειρευτά, κάποια μενάζια,
και κάποια κλαίει.
Η παράξενη ησυχία κυριαρχεί,
 με αλόγιστο βήμα η μέρα  προχωρεί,
 στα ποτάμια, παγωμένος
δεν μπορείς να χαρείς,
πόνους με δάκρια κουβαλά
κάτο η λαγκαθιά.
Ποιος έναμαχαίρι σφίγγει
στην καρδιά,
Τι χρειαζόταν άλλο και
τούτη η μαύρη η ζωή.
Έφυγε, πάει.
Μα τώρα ο κακόμειρος!
Σαν ο «Ρωμαίος» γονατιστός ικετεύει.
Ο πιο δυστυχής δεν τολμά
 ακόμα να σηκωθεί,
Μένει στον ύπνο κατραμωμένος όσο δεν πάει.
Νύχτα σκορεινή, βάραθρο, αμέτρητο,
Τη λευκή ψυχή, την στέλνει πολύ μακριά.
Περίμενε να τελειώνει αυτό το ανάθεμα
στις φλόβες.
Νεκρική σιγή, μειδίαμα
μίζερο.
Η νύχτα περνά, κι αν περιμένεις τη νέα ημέρα
Σήκω ευτυχισμένος, βυθίσου στη χαρά.


6.ΤΑ ΌΝΕΙΡΑ ΜΟΥ...

Κομματάκια από λέξεις τρομάζουν την ψυχή.
Τα όνειρά μου μένουν εκεί,
σαν χιλιάδες παδόβουνα στον
 απέραντο ωκεανό.
Ο νους εισχωρεί πιο πέρα μ’ένα πέταγμα.
Σ’άλλους ουρανούς σε ταξίδια ποίησης.
Τα όνειρα μου μένουν εκεί,
στις ανοιξιάτικες νύχτες αστέρια πολλά.
Κομματάκια από λέξεις τρομάζουν την ψυχή
και εξυφαίνουν το ύφασμα  το μαγικό.
Τα όνειρά μου μένουν  εκεί όπως φέγγει
το γλυκοχάραμα τη χαραυγή.
Με τη νοσταλγία του φθινοπώρου  στο στήθος
Και οι σταγόνες της βροχής, όλο θλίψη.
Τα όνειρά μου μένουν εκεί σε ουράνια τόξα,
 χρωματισμοί σημαντικοί.
Την άσπρη μέρα, ελπίδα όλο χαρά
αντανακλούν μονοπάτια ποίησης.


7. ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ  ΛΓΚΑΙΝΟΥΝ

Οι δέμονες εκβιαστές  παράτησαν.
Οι σκοτινές κουρτίνες
σκορπισμένες στο «Γαλαξία»,
εξαφανίστηκαν,
χάθηκαν στον εαυτόν τους το
μακρυνό.
Ο ουρανός λαμποκόπησε
Οι άγγελοι λευκαίνουν
 τη σκοτινιά του αχανές.
Κολάκεψαν τις ψυχές τις
πεθαμένες,
ξεχασμένες.
Τ’ατσάλινα νύχια
χάλκεψαν,
 στα ειρηνικά στρώμματα
 πέταξαν.


8. ΣΤΟΝ ΟΛΥΜΠΟ
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΘΗΚΕ
 Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Ο Ζευς υποσχέθηκε δικαιοσύνη
αιώνια,
κρυμμένη,
 απαγορευμένη από αιώνες
και αιώνες.
Οι αμαρτωλοί πιάσαν μόνοι
 τους αμαρτωλούς.
Το πιο άγιο δώρο,
για το τρομαχτικό
 «Ηαd».
Παντού οι λάτρες ζητωκράυγασαν
την τρέλα  και παντού έσφιξαν
αθωότητας δεσμά.

9.ΤΟ ΞΑΝΑΓΥΡΙΣΜΑ

Αναθεμάτισα τη βροχή για
 διωγμένο όνειρο,
Τα νυσταγμένα μάτια
ζητούσαν τα μαλλιά σου,
το χαμογελο, τα ξένιαστα βήματα.
Η σκιά σου εξεφανίζονταν
την αργοπορημένη νύχτα.

Τη ζήτησα παντού,
 στα ίχνη της ζωής,
χάθηκες ‘ κάπου...
Πού;
Ίσως στον πόνο μου
 λούφαξες σιωπηλά.

Geen opmerkingen:

Een reactie posten